355
Άγρυπνος από της σάρκας μου το άγριο κομμάτιασμα
Σε σπηλιά απόμακρη, γεμάτη σκιές,
Έρωτα, τα έβαλες μαζί μου
Πεσμένος, φθαρτός, στο Θρακιώτικο ακρογιάλι της ψυχής μου
Ψυχορραγώ, με ικεσία θρηνώ στον καθρέφτη της σιωπής μου.
Σαν θρόισμα ήρθε το μαντάτο, χρησμός που με καταδίκασε μόνο
Η ψυχή μου λαβώθηκε με ύπουλες χαρακιές, μα θάβω γενναία τον πόνο
Από τα σπλάχνα μου πολυστέναχτος θρήνος ξεπηδά μάταια, ω τι καταδίκη!
Στης μοναξιάς τη φυλακή, δεν θα γαληνέψω ποτέ της ψυχής μου τον τρόμο.
Στεφανωμένο με θλίψη κυλάει το δάκρυ, η γεύση στη γλώσσα στυφή
Σε έρημες κατοικίες, μοναχικές, περιφέρεται η απουσία σου στη ψυχή
Ξεψύχησε ο Έρωτας, μοιρολ