Της Βασιλικής Πολυζώνη*
Λίγα Λόγια για τη ζωή και το έργο του Jean–Jacques Rousseau
Ο Jean-Jacques Rousseau (1712-1778) ήταν Γάλλος φιλόσοφος κι εκφραστής της τρίτης θεωρίας περί κοινωνικού συμβολαίου. Γεννήθηκε στην προτεσταντική Γενεύη. Ο πατέρας του ήταν τεχνίτης. Το 1728 φεύγει από τη Γενεύη και αρχίζει τις περιπλανήσεις του. Φθάνει στο Παρίσι (που είναι η μητρόπολη των τεχνών και των γραμμάτων) το 1742. Εκεί απέκτησε τη φήμη του[1]. Εκεί ζει ασχολούμενος επαγγελματικά με τη μουσική και εργαζόμενος ως οικοδιδάσκαλος. Αναπτύσσει φιλία με τον Diderot και αναλαμβάνει τη συγγραφή άρθρων για τη μουσική στην Εγκυκλοπαίδεια.
Το διάστημα 1743-1744, εργάζεται ως γραμματέας του Γάλλου πρέσβη στη Βενετία. Το 1750 κερδίζει το πρώτο βραβείο στο διαγωνισμό της ακαδημίας της Dijon, συγγράφοντας το «Λόγο περί επιστημών και τεχνών». Το 1752 ανεβαίνει η όπερά του, με τίτλο «Ο μάγος του χωριού». Το 1753 συγγράφει την Επιστολή για τη γαλλική μουσική, όπου υποστηρίζει την ιταλική μουσική σε σχέση προς τη γαλλική. Το 1755 ολοκληρώνει το «Λόγο περί της καταγωγής και των θεμελίων της ανισότητας μεταξύ των ανθρώπων». Μεταστρέφεται στον προτεσταντισμό και ανακτά τα πολιτικά δικαιώματα του ως πολίτης της Γενεύης. Το 1755 δημοσιεύονται ο «Λόγος περί της καταγωγής και των θεμελίων της ανισότητας μεταξύ των ανθρώπων» και η «Πολιτική Οικονομία».
Το 1756 εγκαθίσταται στο Hermitage. Δύο χρόνια μετά συγγράφει την «Επιστολή στον D’ Alembert». Το 1762 δημοσιεύονται τα έργα του «Περί του Κοινωνικού Συμβολαίου» και «Αιμίλιος». Έπειτα διατάσσεται η καύση τους σε Γενεύη και Παρίσι. Επίσης, Εκδίδεται εναντίον του Ρουσσώ ένταλμα σύλληψης και ο φιλόσοφος καταφεύγει στο τότε υπό πρωσική κυριαρχία Neuchâtel.
Το 1764 κυκλοφορούν τα «Γράμματα από το βουνό», που αποτελούν μία υπεράσπιση των έργων του «Περί του Κοινωνικού Συμβολαίου» και «Αιμίλιος», ενώ έχει πάψει να είναι πλέον πολίτης της Γενεύης. Το 1765 συγγράφει το «Σχέδιο Συντάγματος για την Κορσική». Ένα χρόνο μετά, το 1766, με τη μεσολάβηση του Hume, με τον οποίο σύντομα έρχεται σε ρήξη εγκαθίσταται για μικρό διάστημα στην Αγγλία. Νυμφεύεται την Thérèse Levasseur, με την οποία κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας σχέσης τους που είχε προηγηθεί, απέκτησε πέντε παιδιά που παρέδωσε σε ορφανοτροφείο.
Το 1770 ολοκληρώνει τη συγγραφή των «Εξομολογήσεων». Στο διάστημα 1770-1771, συγγράφει τους «Στοχασμούς για τη διακυβέρνηση της Πολωνίας». Το 1777 συγγράφει τις «Ονειροπολήσεις ενός μοναχικού περιπατητή». Και τέλος, στις 2 Ιουλίου 1778, πεθαίνει ξαφνικά στο Ermenonville κι η στάχτη του μεταφέρεται στο Πάνθεον (1794)[2].
Το Κοινωνικό Συμβόλαιο του Rousseau
Το ‘’Περί κοινωνικού συμβολαίου’’ έργο του Rousseau, το οποίο έχει επικρατήσει ως κοινωνικό συμβόλαιο, γράφτηκε πριν από τη Γαλλική Επανάσταση. Ήταν μια εποχή που κατέρρευσε το πολιτικό καθεστώς και διατυπώνονταν νέες προτάσεις για την αναδιοργάνωση των κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων. Η αντίληψη που επικρατούσε στους Γάλλους διαφωτιστές ήταν υπέρ της φυσικής κοινωνικότητας του ανθρώπου[3].
Διαβάστηκε από τους υποστηρικτές και αντιπάλους του πριν και κατά τη διάρκεια της γαλλικής επανάστασης. Οι αναγνώσεις του δεν έχουν μόνο ιστορική σημασία, αλλά βοηθούν να κατανοήσουμε τις σύγχρονες προσεγγίσεις του έργου αυτού. Ο ίδιος ο Rousseau χαρακτηρίζει το έργο ως «μία μικρή πραγματεία, μέρος ενός ευρύτερου έργου». Προοριζόταν να αποτελέσει το πρώτο μέρος του έργου «Πολιτικών Θεσμών».
Το έργο αυτό έθεσε ζητήματα νομιμοποίησης αποβλέποντας στην αναμόρφωση των κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων. Βασική συμβολή του ήταν ότι απέδωσε την πηγή της κυριαρχίας στο λαό, έτσι όπως έχει καταχωρηθεί ως πρώτη αρχή δικαίου, η οποία θα πρέπει να παραμένει στον ίδιο το λαό[4].
Ο Rousseau φαντάζεται μια ιδανική κοινωνία, την οποία όμως ονειρεύονται όλοι οι καταπιεσμένοι άνθρωποι του 18ου αιώνα και η οποία βασίζεται στο ιδεώδες της ελευθερίας. Ήταν επηρεασμένος από την ίδια του τη ζωή και την κοινωνική του προέλευση. Μέσα από αυτήν τη μελέτη καταλήγει στην έρευνα γύρω από την κοινωνική ανισότητα.
Η θεωρία του
Ο Rousseau θέτει ως όρο του κοινωνικού συμβολαίου τη δημοκρατική οργάνωση της πολιτείας, το δικαίωμα του κάθε πολίτη να συμμετέχει στον καθορισμό της γενικής πολιτικής βούλησης και στο δικαίωμα των πολιτών να ανατρέπουν τους θεσμούς και τις εξουσίες που εμποδίζουν την ανάδειξη και καλλιέργεια των αρετών των πολιτών. Είναι το δικαίωμα στην κατάργηση των καταπιεστικών θεσμών που διαστρέφουν την αγαθή φύση του ανθρώπου, οι οποίοι είναι ίσοι κι ελεύθεροι στη φυσική τους κατάσταση. Η άποψη αυτή, ότι από τη φύση τους οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι και ίσοι αποτελεί το κοινό σημείο και των τριών θεωριών περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων (Hobbes, Locke, Rousseau), οι οποίες, όμως, διαφέρουν ως προς το περιεχόμενο του κοινωνικού συμβολαίου[5].
Όπως ο Hobbes κι ο Locke, έτσι κι ο Rousseau πίστευε ότι οι άνθρωποι είναι ίσοι κι ελεύθεροι στη φυσική τους κατάσταση. Ο Rousseau επίσης, θεωρούσε ότι ο άνθρωπος στη φυσική του κατάσταση ήταν αγνός, υγιής κι ευτυχισμένος, σε αντίθεση με το Hobbes, που υποστήριζε ότι η ζωή του ανθρώπου στη φυσική του κατάσταση ήταν δύσκολη, σκληρή, φτωχή, σύντομη και δυσάρεστη.
Η Κοινωνική Ανισότητα
Σύμφωνα με το Rousseau η ανθρώπινη φύση φθείρεται στο πέρασμα των χρόνων, εξαιτίας κυρίως του θεσμού της ιδιοκτησίας, των κοινωνικών ανισοτήτων, των αδικιών, της συσσώρευσης του πλούτου στους λίγους, καθώς και της μείωση των ηθικών αξιών, λόγω της προκλητικής επίδειξης που προκαλεί η κατοχή πλούτου.
Με την αύξηση του πληθυσμού οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να καλύψουν τις φυσικές τους ανάγκες, με αποτέλεσμα τον ανταγωνισμό μεταξύ τους. Στην αρχή το τοπίο ήταν ανέφελο και υπήρχε ανακατανομή εργασίας (πράγμα που το παρατηρούμε και στον E. Durkheim). Ο άνθρωπος ήταν πιο ευτυχισμένος, είχε ελεύθερο χρόνο κι οι φατρίες τον βοηθούσαν. Η μείωση των πόρων έφερε τις συγκρίσεις, τον ανταγωνισμό, το φθόνο και την πτώση. Ορόσημο της πτώσης αυτής ήταν η απληστία, η ματαιοδοξία, η ανισότητα, η αμαρτία κι ανταγωνισμός.
Η ανισότητα προκαλεί στον άνθρωπο αρνητικά συναισθήματα, όπως η φιλοδοξία, η ζήλεια, ο φθόνος, η διάθεση για απάτη, η φιλαυτία, η φιλαργυρία. Έτσι, υπάρχει μία συνεχής αντιπαράθεση μεταξύ πλουσίων και φτωχών.
Στο πλαίσιο αυτής της αντιπαράθεσης, οι πλούσιοι προτείνουν το κοινωνικό συμβόλαιο στους φτωχούς, με την πρόφαση ότι έτσι θα προστατεύονται οι ασθενείς και θα συγκρατηθούν οι φιλόδοξοι, για να έχει ο καθένας ό,τι του ανήκει. Με αυτόν τον τρόπο, υποστήριζε ο Rousseau, ότι δημιουργείται η οργανωμένη κοινωνία κι οι νόμοι.
Το κοινωνικό συμβόλαιο νομιμοποιεί την άσκηση της πολιτικής εξουσίας και κατ’ επέκταση τους νομικούς κανόνες που αυτή παράγει[6]. Έγινε για την για να μπορούν όλοι να απολαμβάνουν τα ατομικά δικαιώματα, την ελευθερία του λόγου, του συνεταιρίζεσθαι κ.λπ.
Η οργανωμένη κοινωνία κι οι νόμοι δίνουν στον πλούσιο νέες δυνατότητες. Καταστρέφετε η φυσική ελευθερία και κατοχυρώνεται το δικαίωμα στην ιδιοκτησία και την ανισότητα. Ο Rousseau μιλούσε για μια πορεία προς τη φτώχεια, την ανελευθερία, τη φθορά των ηθών, την εκμετάλλευση από ανθρώπους που χρησιμοποιούν τις επιστημονικές ανακαλύψεις για να καταπιέζουν την ελευθερία και να υποδουλώσουν τους ανθρώπους[7]. Σε αυτό κρύβεται η άποψη ότι οι θεσμοί βοηθούν τον άνθρωπο να διαφθαρεί, ‘’ο άνθρωπος γεννιέται καλός, η κοινωνία τον διαφθείρει’’. Με αυτή του την άποψη είναι απόλυτος.
Ο Rousseau κατακρίθηκε γι’ αυτές του τις απόψεις. Όμως, διευκρίνισε ότι δεν ήταν σκοπός του να καταστραφούν οι πολιτισμένες κοινωνίες, ούτε ήθελε την επιστροφή στον πρωτόγονο τρόπο ζωής. Αντίθετα, μια τέτοια επιστροφή ο Rousseau τη θεωρούσε επικίνδυνη. Πίστευε ότι η καταστροφή των βιβλιοθηκών και των πανεπιστημίων, όχι μόνο δε θα ωφελούσε τα χρηστά ήθη, αλλά θα προκαλούσε και μεγάλη καταστροφή, καθώς θα έπεφτε η Ευρώπη στη βαρβαρότητα.
Για το Rousseau οι επιστήμες και οι τέχνες, παρόλο που πρώτα συνέβαλλαν στο να αναπτυχθούν οι διαστροφές, είναι απαραίτητες για να εμποδίσουν να μετατραπούν αυτές οι διαστροφές σε εγκλήματα[8]. Γι’ αυτό το σκοπό προτείνει την αναδιοργάνωση της οικογένειας, της κοινωνίας και της εκπαίδευσης.
Ο Rousseau πίστευε ότι η εκπαίδευση των παιδιών έπρεπε να γίνεται έξω στην ύπαιθρο, με απόλυτη ελευθερία, μακριά από τις κακές επιρροές του πολιτισμού, με σκοπό την ηθική διαπαιδαγώγηση του χαρακτήρα των παιδιών. Έτσι το παιδί θα είχε αληθινά συναισθήματα αγάπης και αλληλοσεβασμού και θα ήταν έντιμο και ενάρετο.
Προκειμένου να αναδειχθούν, όσο το δυνατόν περισσότερα από τα στοιχεία της καλής φυσικής κατάστασης του ανθρώπου, ήταν αναγκαία για το Rousseau η αναμόρφωση των πολιτικών και κοινωνικών θεσμών[9].
Για το Rousseau προϋπόθεση για την ύπαρξη μιας οικουμενικά δίκαιης κοινωνίας, είναι το παλιό κοινωνικό συμβόλαιο να αντικατασταθεί από ένα νέο, ελεύθερα αποδεχτό από τους πολίτες. Οι τελευταίοι εναποθέτουν εκούσια τα δικαιώματά τους στην κοινότητα κι εκείνη τους προστατεύει και τους εξασφαλίζει την ισότητα και την ελευθερία. Στο πλαίσιο της κοινότητας γεννιέται η «γενική βούληση», η οποία είναι η βούληση της πλειοψηφίας των μελών της κοινότητας.
Η «Γενική Βούληση»
Η «γενική βούληση» είναι η πηγή του δικαίου και νομιμοποιεί την υπακοή στους κανόνες του δικαίου, κάτω από δυο προϋποθέσεις. Πρώτον, η γενική βούληση να υπηρετεί το κοινό συμφέρον και δεύτερον να εκφράζεται μέσα από ένα νόμο γενικό και καθολικής ισχύος, ο οποίος να εφαρμόζεται στους πολίτες, δίχως διακρίσεις.
Για να υπάρχει πολιτική ελευθερία, υποστήριζε ο Rousseau, έπρεπε να υπάρχει κοινωνική ισότητα. Πρότεινε την οικονομική ισότητα και τη μείωση της πολυτέλειας.
Για το Rousseau η λαϊκή κυριαρχία τοποθετείται υπέρ ενός δημοκρατικού συστήματος, στο οποίο η νομοθετική εξουσία ασκείται από τον κυρίαρχο λαό, δίχως τη διαμεσολάβηση αντιπροσώπων. Η εκτελεστική εξουσία ασκείται από μία εκλεγμένη κυβέρνηση από το λαό και την οποία ο τελευταίος μπορεί να την απομακρύνει από την εξουσία.
Ο Rousseau πίστευε ότι η δημοκρατία, οι πολίτες της οποίας συμμετέχουν ενεργά στη διαμόρφωση της γενικής βούλησης, μπορεί να λειτουργήσει στο πλαίσιο μικρών κρατών, η αριστοκρατία, σε μεσαίου μεγέθους κράτη κι η μοναρχία σε μεγάλα κράτη. Αυτό δε σημαίνει ότι ο Rousseau εγκρίνει τα μοναρχικά καθεστώτα, αντιθέτως καταγγέλλει τα πολιτεύματα που, είτε άμεσα είτε έμμεσα στηρίζονται στην κληρονομική διαδοχή, ανεξάρτητα από τη μορφή του πολιτεύματος.
Ο Rousseau θεωρεί ως καλύτερο πολίτευμα αυτό της δημοκρατίας, η οποία πρέπει να αποτελείται από ενάρετους πολίτες στο σύνολό της. Όμως, αφού το τελευταίο είναι δύσκολο να επιτευχθεί, ο Rousseau, για λόγους πρακτικούς, τάσσεται υπέρ μιας κυβέρνησης που έχει εκλεγμένους τους άριστους πολίτες της κοινωνίας, οι οποίοι ενεργούν βάσει της γενικής βούλησης, στη διαμόρφωση της οποία συμμετέχουν όλοι οι πολίτες.
Τα άτομα πρέπει να εκχωρούν τα δικαιώματά τους στη βούληση της κοινότητας κι όχι στην βούληση του ενός. Επειδή οι πολίτες ατομικά δεν έχουν πάντα τη δύναμη να προασπίσουν τα φυσικά τους δικαιώματα για την ελευθερία και την ισότητα, εναποθέτουν τα δικαιώματά τους στην κοινότητα, η οποία τους εξασφαλίζει αυτά τα δικαιώματα, καθώς επίσης και την ασφάλεια της κοινότητας. Δεν γίνεται απαλλοτρίωση της ελευθερίας και της ισότητας από τους πολίτες, αφού οι ίδιοι συγκροτούν την κοινότητα και συμμετέχουν στη διαμόρφωση της γενικής βούλησης[10]. Μέσα από το κοινωνικό συμβόλαιο το κράτος αποκτά νέα μορφή οργάνωσης κι έτσι επιτυγχάνεται η υγιής κατάσταση[11].
Ο Rousseau θεωρούσε, ότι όποιος αρνούνταν την κοινωνική βούληση και ήθελε να μην είναι ελεύθερος και ίσος, τότε η κοινωνία θα τον εξανάγκαζε. Πίστευε ότι η κοινωνία μπορεί να βρει την ισότητα μέσα στην κοινότητα μόνη της. Άποψή του ήταν ότι με το κοινωνικό συμβόλαιο ανακατασκευάζεται η φυσική κατάσταση.
Η κατάχρηση της αρχής της πλειοψηφίας κι η άσκηση εξουσίας για ιδιοτελείς σκοπούς, αποτελούν παραβίαση του κοινωνικού συμβολαίου, σύμφωνα με το πνεύμα του έργου του Rousseau, γιατί δεν εκφράζουν τη γενική θέληση και δεν εξυπηρετούν το γενικό καλό. Άρα, εξαιτίας της παράβασης των όρων του κοινωνικού συμβολαίου, παύει να ισχύει η νομιμότητα της άσκησης της εξουσίας από αυτούς που παραβιάζουν αυτούς τους όρους, κι επομένως παύει κι η υποχρέωση της υπακοής των πολιτών[12].
Αυτό που απασχολεί πρωτίστως τον Ρουσσώ είναι το πρόβλημα της ελευθερίας, το οποίο συνδέει με την πολιτική νομιμότητα. Προβάλλει ως πρότυπο μια συμμετοχική δημοκρατία που θα στηρίζεται σε ένα κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ των πολιτών. Εντός αυτού του πλαισίου θα ισχύει ο νόμος της γενικής βούλησης, που αναφέρθηκε και προηγουμένως, ο οποίος θα εφαρμόζεται μέσω της συμμετοχής των πολιτών στα πολιτικά. Η συμμετοχή είναι καθολική και υποχρεωτική.
Οι νόμοι θα θεσπίζονται από τους ίδιους κι έτσι αποκτούν και πολιτική ελευθερία, καθώς τηρούν τους νόμους που εκείνοι θέσπισαν. Βασική προϋπόθεση αυτών είναι η μη ύπαρξη αντιπροσώπευσης, ώστε η λαϊκή κυριαρχία να παραμένει ανόθευτη.
Το Κοινωνικό Συμβόλαιο στη Σύγχρονη Πραγματικότητα
Σήμερα επικρατεί μεγάλη κοινωνική και οικονομική ανισότητα. Για εκατομμύρια πολίτες σε ακμάζουσες και ευημερούσες δημοκρατίες, το κοινωνικό συμβόλαιο έχει καταρρεύσει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό των Η.Π.Α. και της Ελλάδας, μετά τα δύο μνημόνια. Η κατάρρευση του κοινωνικού συμβολαίου είναι απόρροια της ρήξης της σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ κράτους και πολίτη[13]. Γενικότερα, σε όσες χώρες παρατηρούνται άδικες κατανομές εισοδήματος πλούτου και προνομιών, έχει παραβιαστεί το κοινωνικό συμβόλαιο[14].
Με την εφαρμογή του μνημονίου και κατ’ επέκταση τις μειώσεις αποδοχών, επιδομάτων, συντάξεων στους εργαζομένους στο Δημόσιο, παραβιάζονται οι αρχές της αναλογικότητας, του σεβασμού της αξίας του ανθρώπου και της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη[15].
Μία πιθανή λύση στο πρόβλημα θα μπορούσε να είναι ο δημόσιος διάλογος. Αυτός δε μπορεί να υπάρξει αν δε ληφθούν υπόψη οι φωνές όλων των μελών μιας κοινωνίας (γυναίκες, μέλη κοινωνικών μειονοτήτων, άνεργοι, σωματικά μη αρτιμελείς, άνθρωποι από όλες τις ηλικίες και από όλες τις σεξουαλικές προτιμήσεις). Μέσα σε δημοκρατικές διαδικασίες μπορεί να γίνει ο έλεγχος των αρχών. Μία διαδικασία ελέγχου που θα απορρίψει όσες αρχές δεν λειτουργούν προς όφελος της κοινωνίας και θα διατηρηθούν εκείνες που υπάρχουν προς όφελος του κοινωνικού συμφέροντος.
Επίλογος
Οι θεωρίες κοινωνικού συμβολαίου του Hobbes, Locke και Rousseau βασίζονται σε αντιλήψεις για τη φύση του ανθρώπου και καταλήγουν σε προτάσεις κοινωνικής πολιτικής και νομικής οργάνωσης που ανταποκρίνονται στη γνώση της ανθρώπινης φύσης. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως οι ατομικές ελευθερίες, η ισότητα απέναντι στους νόμους, η ιδιοκτησία κ.λπ. είναι η απόρροια της ανθρώπινης φύσης και της φύσης των ανθρωπίνων σχέσεων[16].
Ο Ρουσσώ καλύπτει με τη ζωή του το μεγαλύτερο μέρος του 18ου αιώνα (1712-1778). Με τη σκέψη του έθεσε τις βάσεις για μια ριζοσπαστική ανάγνωση του πολιτικού φαινομένου, μολονότι χρονικά δεν συνέπεσε με καμία από τις μεγάλες επαναστάσεις του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα.
Ένα από τα σημαντικότερα σημεία της πολιτικής φιλοσοφίας του, το οποίο ξεχωρίζει είναι ότι η πολιτική και η ηθική δεν πρέπει να θεωρούνται και να εξετάζονται χωριστά. Η ομαλή λειτουργία ενός κράτους εξαρτάται από την επιτυχία που έχει στον ηθικό τομέα.
Ο Ρουσσώ τίθεται κατηγορηματικά και ξεκάθαρα εναντίον της δημιουργίας κεφαλαίων και της νομισματικής πολιτικής, πράγμα που τον κάνει να θεωρείται προπαρασκευαστής του σύγχρονου σοσιαλισμού και κομμουνισμού.
Η σκέψη του ήταν ριζοσπαστική, επειδή υποστήριξε πως κύριο μέλημα κάθε κυβέρνησης πρέπει να είναι η προστασία της ελευθερίας των πολιτών, ακόμα κι αν αυτό έρχεται σε σύγκρουση με τη θέληση της πλειοψηφίας του λαού. Ήταν φανατικός πολέμιος της προόδου και του πολιτισμού, επιχειρηματολογούσε ενάντια σε κάθε είδους εξέλιξη των τεχνών και των επιστημών, όπως είδαμε, αφού θεωρούσε πως είναι υπεύθυνες για τη διαφθορά του ατόμου. Μόνη θεραπεία για τη διατήρηση της ελευθερίας και την αποφυγή κοινωνικών ανισοτήτων ήταν γι’ αυτόν η επιστροφή στη φυσική κατάσταση.
Βιβλιογραφία
- Βανδώρος Σ., Σιωπηλό βλέμμα για την πολιτική θεωρία του Ρουσσώ, Σαββάλας, 2012.
- Ιντζεσίλογλου Ν., Κοινωνιολογία του δικαίου. Εισαγωγή σε μία ρεαλιστική νομική επιστήμη. Διεπιστημονική προσέγγιση του νομικού φαινομένου, Β’ έκδοση, Αθήνα – Θεσσαλονίκη, Σάκκουλα, 2012.
- Ζαν-Ζακ Ρουσσώ, Το κοινωνικό συμβόλαιο, (μτφ. Γρηγοροπούλου Β.), Πόλις, 2013.
- Louis Millet, (μτφ. Γ. Καρούζος), Συλλογή: για να γνωρίσετε τη σκέψη του Ζαν-Ζακ Ρουσσώ, Άπειρον, 1979.
- Παπαχρίστου Θ., Κοινωνιολογία του Δικαίου, Σάκκουλα, 1999.
- Τσαούση Ασπασία, Δίκαιο και Συνεργατικότητα. Μία νέα προσέγγιση στην Κοινωνιολογία του Δικαίου, Αθήνα, Παπαζήση, 2013.
[1] Ζαν-Ζακ. Ρουσσώ, Το κοινωνικό συμβόλαιο, (εκδ. Πόλις, 2013), σ. 12.
[2] Βλ. Louis Millet, (μτφ. Γ. Καρούζος), Συλλογή: για να γνωρίσετε τη σκέψη του Ζαν-Ζακ Ρουσσώ, (εκδ. Άπειρον, 1979), σ. 5-7.
[3] Υπέρ αυτής της αντίληψης τοποθετούνταν και ο Μοντεσκιέ. Βλ. Ζαν-Ζακ. Ρουσσώ, ό.π., σ. 14.
[4] Βλ. Ζαν-Ζακ. Ρουσσώ, ό.π., σ. 11-12.
[5] Βλ. Ν. Ιντζεσίλογλου, Κοινωνιολογία του Δικαίου (εκδ. Σάκκουλα, 2012) , σ. 110.
[6] Βλ. Ν. Ιντζεσίλογλου, Κοινωνιολογία του Δικαίου (εκδ. Σάκκουλα, 2012), σ. 105.
[7] Ο Rousseau επηρέασε τους πρώτους σοσιαλιστές κι έπειτα κάποιους αναρχικούς φιλοσόφους.
[8] Βλ. Ν. Ιντζεσίλογλου, ό.π., σ. 114-115.
[9] Στην αρχή του έργου του Rousseau υπάρχει η φράση «Ο άνθρωπος γεννήθηκε ελεύθερος και είναι παντού αλυσοδεμένος». Βλ. Ζαν-Ζακ. Ρουσσώ, Το κοινωνικό συμβόλαιο, (εκδ. Πόλις, 2013), σ. 48. Η φράση αυτή μπορεί να συνδεθεί με το άρθρο 1 της Διακήρυξης των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη (1789): «Οι άνθρωποι γεννιούνται και παραμένουν ελεύθεροι και ίσοι στα δικαιώματά του. Βλ. Ζαν-Ζακ. Ρουσσώ, ό.π, σ. 220. Με τη φράση του αυτή επηρέασε τους μετέπειτα επαναστάτες και ριζοσπάστες, κυρίως εκείνους της γαλλικής επανάστασης του 1789, αλλά άμεσα ή έμμεσα επηρεάζει γενικά τις επαναστατικέ ιδέες και πρακτικές στις πιο πολλές περιοχές του κόσμου μέχρι σήμερα. Πάνω σε αυτήν την ιδέα στηρίχθηκε αίτημα για κατάργηση των υπαρχόντων θεσμών, που αποτελούσαν την έκφραση ενός καταπιεστικού παρελθόντος, που ήταν διεφθαρμένο κι είχε διαστρέψει την καλή φύση του ανθρώπου. Ο τελευταίος πρέπει να αναγεννηθεί με την εγκαθίδρυση νέων θεσμών. Βλ. επίσης Ν. Ιντζεσίλογλου, Κοινωνιολογία του Δικαίου (εκδ. Σάκκουλα, 2012), σ. 116, 119.
[10] Άποψη, όπως αυτή του H. Maine υποστηρίζει ότι στις «παραδοσιακές» κοινωνίες τα δικαιώματα, οι ευθύνες κ.λπ. δε γεννιούνται από τη συμφωνία των βουλήσεων, αλλά από τη θεσμική θέση του ατόμου μέσα στην κοινωνία, ενώ στις «σύγχρονες» κοινωνίες, η συμφωνία των βουλήσεων, καθορίζει δικαιώματα και υποχρεώσεις. Βλ. Θ. Παπαχρίστου, Κοινωνιολογία του Δικαίου, (εκδ. Σάκκουλα, 1999), σ. 150-151.
[11] Σ. Βανδώρος, Σιωπηλό βλέμμα για την πολιτική θεωρία του Ρουσσώ, (εκδ. Σαββάλας, 2012), σ. 355.
[12] Βλ. Ν. Ιντζεσίλογλου, Κοινωνιολογία του Δικαίου (εκδ. Σάκκουλα, 2012), σ. 118. Ο Rousseau υποστήριζε ότι η πολιτική ισχύς μπορεί να μεταβιβασθεί, η βούληση όμως, όχι. Βλ. Ζαν-Ζακ. Ρουσσώ, Το κοινωνικό συμβόλαιο, (εκδ. Πόλις, 2013), σ. 39.
[13] Βλ. Α. Τσαούση, Δίκαιο και Συνεργατικότητα, (εκδ. Παπαζήση, 2013), σ. 321, 326.
[14] Βλ. Α. Τσαούση, ό.π., σ. 344.
[15] Βλ. Α. Τσαούση, ό.π., σ. 361.
[16] Βλ. Ν. Ιντζεσίλογλου, Κοινωνιολογία του Δικαίου (εκδ. Σάκκουλα, 2012), σ. 91.
Πηγή εικόνας
https://terrapapers.com/to-koinoniko-symvolaio-zan-zak-rousso/
Βιογραφικό Συντάκτριας
https://greekhumans.com/h-vasiliki-polyzwnh-syntaktria-sto-greekhumans/