Της Βασιλικής Πολυζώνη*
Εικονομαχική πολιτική Κωνσταντίνου Ε΄
Ο Κωνσταντίνος Ε΄ ήταν 23 ετών όταν απόμεινε μόνος στο θρόνο. Γνώριζε την εικονομαχική πολιτική του πατέρα του, γιατί είχαν συνεργαστεί στενά τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του, και τη συνέχισε με περισσότερο σθένος παίρνοντας σκληρότερα μέτρα, λόγω του παράφορου χαρακτήρα του. Επίσης, η ανταρσία του γαμπρού του, εικονολάτρη Αρτάβασδου, στην αρχή της βασιλείας του, τον έκανε φανατικότερο και αδιάλλακτο έναντι των εικονολατρών.
Οι επιδρομές των Αράβων και η ανταρσία του Αρτάβασδου εμπόδισαν τον Κωνσταντίνο να ξεκινήσει αμέσως τον αγώνα κατά των εικόνων. Εκτός από αυτό, έβλεπε ότι ένα από τα μειονεκτήματα της εικονομαχικής κίνησης ήταν ότι επιδίωκε να επιβάλει στην εκκλησία αποφάσεις του αυτοκράτορα χωρίς τη γνώμη της εκκλησιαστικής συνόδου. Γι΄αυτό το λόγο και γιατί ο ίδιος είχε κλίση στις θεολογικές συζητήσεις αποφάσισε ότι ήρθε ο καιρός να ασχοληθεί με το ζήτημα των εικόνων, να συγκαλέσει σύνοδο, για να δώσει εκκλησιαστική νομιμότητα στα πιστεύω του.
Πριν από τη σύνοδο προηγήθηκε μεγάλη προπαγάνδα του Κωνσταντίνου, ο οποίος από 752 συχνά συγκαλούσε «σιλέντια» και προσπαθούσε να μετατρέψει το φρόνιμα του λαού. Συγχρόνως, εξέδιδε εικονομαχικά συγγράμματα, για τα οποία μαθαίνουμε από τον πατριάρχη Νικηφόρο, και με αυτό τον τρόπο προσπάθησε να δημιουργήσει θεωρητικές δογματικές προϋποθέσεις και θεμέλια των εικονομαχικών δοξασιών. Όταν θεώρησε ότι είχε ετοιμάσει το έδαφος, συγκάλεσε εικονομαχική σύνοδο.
Η Σύνοδος της Ιέρειας
Από τις 10 Φεβρουαρίου έως τις 8 Αυγούστου του 754 στο ανάκτορο της Ιέρειας, στη Μικρασιατική ακτή του Βοσπόρου συγκλήθηκε η σύνοδος με τη συμμετοχή 338 επισκόπων, με επικεφαλείς τους επισκόπους Εφέσου Θεοδόσιο και Πέργης Παστιλλά. Στην τελευταία συνεδρίαση της συνόδου ο αυτοκράτορας οδήγησε αυτοπροσώπως στο ναό της Παναγίας των Βλαχερνών τον επίσκοπο Συλλαίου Κωνσταντίνο και τον ανακήρυξε οικουμενικό πατριάρχη στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης που είχε ήδη χηρέψει από το θάνατο του πατριάρχη Αναστασίου, το 752. Λίγες μέρες αργότερα, όλοι επίσκοποι που συμμετείχαν στη σύνοδο, με επικεφαλείς το νέο πατριάρχη και τον αυτοκράτορα συγκεντρώθηκαν στο Φόρο, κεντρική πλατεία της Κωνσταντινούπολης και διακήρυξαν στο συγκεντρωμένο λαό τις αποφάσεις της συνόδου αναθεματίζοντας τους εικονολάτρες Γερμανό, τέως πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης, Γεώργιο τον Κύπριο και Ιωάννη το Δαμασκηνό.
Ο Κωνσταντίνος είχε πετύχει το σκοπό του. Οι εικονομαχικές απόψεις του δεν ήταν μόνο γνώμη του αυτοκράτορα, αλλά συμπεράσματα και αποφάσεις της Οικουμενικής Συνόδου, η οποία είχε μεγάλο κύρος ακόμα από τα χρόνια της παλιάς βυζαντινής παράδοσης. Παρόλο που ο Κωνσταντίνος προσπάθησε να περάσει τις απόψεις του στο λαό με έννομο τρόπο, τόσο η σύνοδός του όσο και τα πορίσματά της δεν πέτυχαν το σεβασμό και την συγκατάθεση των πιστών. Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού επηρεασμένο από τους κύκλους των μοναχών παρέμεινε φανατικό στις εικονολατρικές δοξασίες του απορρίπτοντας τις αποφάσεις της συνόδου, την οποία δε δέχονταν ως κανονική, και τις ενέργειες του νέου πατριάρχη που τον αποκαλούσαν «ψευδώνυμον». Εκτός αυτού, η Οικουμενική σύνοδος της Ιέρειας δεν είχε την αξίωση να φέρει το όνομα αυτό, αφού δεν αντιπροσωπεύτηκαν, ούτε συμμετείχαν οι εκκλησίες της Ρώμης, της Αλεξάνδρειας, της Αντιόχειας και των Ιεροσολύμων. Το γεγονός αυτό, καθώς και το γεγονός ότι κατά τα έτη, μετά το 754, ο Κωνσταντίνος ήταν απασχολημένος με τους Άραβες και τους Βουλγάρους, τον ανάγκασαν να δείξει κάποια επιείκεια στην κατά των εικονολατρών πολιτική του.
Διωγμοί των εικονολατρών
Η πολιτική του Κωνσταντίνου όξυνε τις αντιδράσεις των εικονολατρών μοναχών προς το πρόσωπό του, έτσι ώστε να δημιουργηθεί κόντρα μεταξύ αυτοκράτορα και μοναχών. Ο πρώτος διέταξε το θάνατο του μοναχού Ανδρέα Καλυβίτη με μαστίγωση. Η σκληρή αυτή πράξη του αυτοκράτορα πέτυχε το αντίθετο αποτέλεσμα από το προσδοκώμενο. Η αντίδραση των μοναχών υποκινούμενη από τις εκκλησίες εκτός Βυζαντινής επικράτειας, Ιεροσολύμων και Αλεξάνδρειας, μεγάλωνε συνεχώς και απέκτησε συνωμοτικό χαρακτήρα που εξαπλώθηκε ανάμεσα στους στρατιωτικούς και πολιτικούς αξιωματούχους του άμεσου περιβάλλοντος του Κωνσταντίνου. Αρχηγός αυτών ή τουλάχιστον πνευματικός ηγέτης ήταν ο Στέφανος ο νέος, μοναχός της μονής του Αγίου Αυξεντίου. Για να αντιμετωπίσει την κατάσταση αυτή ο Κωνσταντίνος αποφάσισε να πάρει σκληρά μέτρα. Έπειτα από διαταγή του Κωνσταντίνου, το Νοέμβριο του 765, συνέλαβαν τον Στέφανο και τον σκότωσαν με μαρτυρικό θάνατο, επειδή αρνήθηκε να αποκηρύξει το καταδικασμένο δόγμα. Ακολούθησαν συστηματικές ανακρίσεις στο στρατό και στην αυλή και αποκαλύφθηκε ότι μεταξύ τους υπήρχαν κρυπτοεικονολάτρες, τους οποίους ο Κωνσταντίνος τιμώρησε με διάφορους τρόπους. Τον Αύγουστο του 766 πλήθος μοναχών υποχρεώθηκαν να παρελάσουν στον ιππόδρομο κρατώντας ο καθένας μια γυναίκα από το χέρι. Tέσσερις μέρες αργότερα, 19 ανώτεροι πολιτικοί και στρατιωτικοί αξιωματούχοι ταπεινώθηκαν δημόσια, επειδή συμπεριφέρθηκαν πονηρά κατά του βασιλιά, πιθανόν για θεολογικούς λόγους. Δυο από αυτούς εκτελέστηκαν και οι υπόλοιποι τυφλώθηκαν, άλλοι εξορίστηκαν και άλλοι καταδικάστηκαν σε 100 μαστιγώσεις το χρόνο. Τέλος, απαίτησε απ΄ όλους να ορκιστούν ότι δε θα προσκυνήσουν καμία εικόνα. Στις 30 Αυγούστου του 766 ο αυτοκράτορας καθαίρεσε τον πατριάρχη Κωνσταντίνο, τον οποίο είχε διορίσει στη σύνοδο του 754, με την κατηγορία ότι είχε αναμειχθεί στη συνωμοσία των 19 αξιωματικών και στις 16 Νοεμβρίου ανέβασε στο θρόνο του το Νικήτα. Ένα χρόνο αργότερα ο έκπτωτος πατριάρχης Κωνσταντίνος βασανίστηκε και εκτελέστηκε. Αυτό εξηγεί την αγριότητα και αποφασιστικότητα των μέτρων του Κωνσταντίνου.
Μετά τις εκτελέσεις των πολιτικών, στρατιωτικών και αξιωματούχων, διορίστηκαν στις θέσεις τους νέοι έμπιστοι άνθρωποι, φανατικοί εικονομάχοι και αφοσιωμένοι στον αυτοκράτορα κάνοντας πάντα τα θελήματά του.
Η τρομοκρατία επεκτάθηκε γρήγορα από την πρωτεύουσα στις επαρχίες, όπου διακρίθηκε για τον εικονομαχικό του ζήλο ο στρατηγός των Θρακησίων Μιχαήλ Λαχανοδράκων, που υποχρέωνε τους μοναχούς να παντρεύονται και όσους αρνιούνταν τους τιμωρούσε με τύφλωση και εξορία στην Κύπρο. Επίσης, εκποιούσε τις περιουσίες των μοναστηριών, έκαιγε χειρόγραφα και λείψανα, έβαζε φωτιά στις γενειάδες και τα μαλλιά των μοναχών και τους κατηγορούσε με τέτοιο τρόπο, ώστε κανείς στο Θέμα του δεν τολμούσε να φορέσει το σχήμα του μοναχού.
Αντιμοναχική στροφή της Εικονομαχίας
Μετά τις εκτελέσεις αυτές ακολούθησε νέο κύμα διωγμών και καταδιώξεις μοναχών και εικονολατρών, διαλύσεις μοναστηριών, τις οποίες μετέβαλε σε στρατώνες και πανδοχεία. Ο Θεοφάνης αναφέρει ότι ο αυτοκράτορας μετέτρεψε το ναό της μάρτυρος Αγίας Ευθυμίας σε οπλοστάσιο και κοπραποθήκη.
Οι συνεχείς και συστηματικές διώξεις είχαν σαν αποτέλεσμα πολυάριθμοι μοναχοί να καταφύγουν στη Σικελία και στην Κάτω Ιταλία, όπου την εποχή αυτή παρατηρείται ανατολική επιρροή στις περιοχές αυτές. Αλλά και στις Ν.Α. επαρχίες της Μ. Ασίας και στην Κύπρο, όπου άλλοι συνέχισαν να ασπάζονται τις εικόνες και άλλοι υποκύπτοντας στις πιέσεις πέταξαν το ράσο και παντρεύτηκαν. Μετά από τους διωγμούς λέγεται ότι στο Βυζάντιο δεν υπήρχαν μοναχοί και ότι, τόσο στην Κωνσταντινούπολη όσο και στις επαρχίες ξεριζώθηκε το γένος των μοναχών. Βέβαια, στην πραγματικότητα τα πράγματα δεν ήταν έτσι. Κάποιοι μοναχοί κατάφεραν να σωθούν καταφεύγοντας στα άδυτα των μοναστηριών και επέζησαν από τη λαίλαπα που απείλησε την ύπαρξή τους.
Η νέα ιδεολογική σημασία της Εικονομαχίας
Οι συζητήσεις για τις εικόνες την εποχή του Κωνσταντίνου έδωσαν στο όλο ζήτημα βαθύτερη σημασία και το συσχέτισαν με τα χριστολογικά ζητήματα. Οι πρώτοι εικονοκλάστες θεώρησαν την εικονολατρία σαν ειδολολατρική αναβίωση. Αντιμέτωποι στην κατηγορία αυτή ήταν οι πρώτοι εικονολάτρες και ιδιαίτερα ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός που υποστήριξαν ότι η εικόνα είναι το ενδιάμεσο σύμβολο του Θεού. Αυτό το σημείο αποτέλεσε το αντιμαχόμενο ζήτημα για τις συζητήσεις στο θέμα των εικόνων της εποχής του Κωνσταντίνου Ε΄, στις οποίες πήρε ενεργό μέρος ο ίδιος ο αυτοκράτορας. Επιπλέον, σε πολλές συγγραφές, από τις οποίες δύο μόνο αποσπάσματα σώθηκαν, αρνούνταν ο αυτοκράτορας την απεικόνιση του Χριστού υποστηρίζοντας τη Θεία Του φύση.
Η αντίθεση του Κωνσταντίνου Ε΄ για τις εικόνες και ο βίαιος τρόπος με τον οποίο την εκδήλωνε, έκαναν τον αυτοκράτορα μισητό στα ευρύτατα λαϊκά στρώματα και η υστεροφημία του σκιάστηκε μόνο από συκοφαντίες από τους εικονολάτρες.
Πηγές
- A. Kazhdan, ODB (τ.-1ος), New York 1991, σ. 501 (CONSTANTINE V).
- Ι. Καραγιαννόπουλος, Ιστορία Μέσης Βυζαντινής περιόδου (565-1081) τ.-Β΄, εκδ. ΒΑΝΙΑΣ ΘΕΣ/ΝΙΚΗ 1993.
- Ι. Καραγιαννόπουλος, Το Βυζαντινό Κράτος, Θεσ/νίκη 2001.
- Ι. Ε. Καραγιαννόπουλος, Πηγαί της Βυζαντινής Ιστορίας, Θες/νίκη 1987.
- Treadgold Byzantio, εκδ. ΘΥΡΑΘΕΝ 2007, σ. 154/155.
- Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (τ.-Η΄), Εκδοτική Αθηνών Α.Ε. 2000.
- Καίμπριτζ, Ιστορία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (τ.-Α΄), εκδ. ΜΕΛΙΣΣΑ 1979.
- The oxford history of Bycantium, edited by C. Mango, Oxford University Press 2002.
- Αικ. Χριστοφιλοπούλου, Βυζαντινή Ιστορία, Αθήνα 1998.
- Διον. Α. Ζακυθηνός, Βυζαντινή Ιστορία (324-1071), Αθήνα-Γιάννινα 1989.
- Georg Ostrogorsky, Ιστορία του Βυζαντινού κτάτους (τ.-2ος), Αθήνα 2002.
- Κων/νος Ι. Άμαντος, Ιστορία του Βυζαντινού κράτους, 1963.
- A.A. VASILIEV, Ιστορία Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (324-1204), (ελλην. μτφ. υπό Δ. Σαβράμη, Αθήναι 1954), Αθήνα 2006.
- Gero, Byzantine iconoclasm during the reign of Constantine V, 1977, σ. 123.
- JB. Bury, A history of the Later Roman Empire From Arcadius to Irene, 1966.
- Oxford University Press, Ιστορία του Βυζαντίου, (επιμέλει: Cyril Mango) εκδ. Νεφέλη Αθήνα 2006.
- H. Hunger, Βυζαντινή Λογοτεχνία (τ.-B΄), Αθήνα 1991, σ. 38 (Η άποψη του Γ. Μοναχού, ότι οι «εχθρικοί προς την επιστήμη» εικονομάχοι αυτοκράτορες, κυρίως ο Κων/νος Ε΄, κατέστεψαν με μανία τα ιερά βιβλία και με αυτό τον τρόπο προκάλεσαν μία γενική οπισθοδρόμηση του πολιτισμού.
- Φ. Κουκουλές, Βυζαντινών βίος και πολιτισμός (τ.-Γ΄), κεφ.: « Η διαπόμπευσις», εκδ. Παπαζήση 1948, σ. 192, κεφ.: « Η διαπόμπευσις».
Πηγή εικόνας
https://www.orthodoxianewsagency.gr/
* Η Βασιλική Πολυζώνη είναι ιστορικός.